ὁμωνυμίας

ὁμωνυμίας
ὁμωνυμίᾱς , ὁμώνυμος
having the same name
fem acc pl
ὁμωνυμίᾱς , ὁμώνυμος
having the same name
fem gen sg (attic doric aeolic)
ὁμωνυμίᾱς , ὁμωνύμιος
fem acc pl
ὁμωνυμίᾱς , ὁμωνύμιος
fem gen sg (attic doric aeolic)
ὁμωνυμίᾱς , ὁμωνυμία
a having the same name
fem acc pl
ὁμωνυμίᾱς , ὁμωνυμία
a having the same name
fem gen sg (attic doric aeolic)

Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.

Игры ⚽ Нужно сделать НИР?

Look at other dictionaries:

  • άρμα — Αρχαία πόλη της Ταναγραίας στη Βοιωτία. Πήρε το όνομά της από το άρμα του Αμφιάραου που, σύμφωνα με τοπική παράδοση, εξαφανίστηκε στη θέση αυτή κατά τη φυγή των Αργείων από τις Θήβες. Την πόλη αυτή μνημονεύει και ο Όμηρος. * * * (I) ἄρμα, η (Α)… …   Dictionary of Greek

  • ομωνυμία — η (ΑΜ ὁμωνυμία) [ομώνυμος] 1. το να έχει κάποιος ή κάτι το ίδιο όνομα με κάποιον ή κάτι άλλο, ταυτότητα ονόματος 2. (ρητ.) η επανάληψη μιας λέξης με διαφορετική ή και με αντίθετη σημασία, αλλ. ανάκλαση νεοελλ. μαθημ. η ύπαρξη τού ίδιου… …   Dictionary of Greek

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”